Οταν η βία εισάγεται ως αισθητικό γεγονός, οι λέξεις αδειάζουν από το οξύ νόημά τους και η ουσία ενός εγχειρήματος αποδυναμώνεται εξ ορισμού. Αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι η αίσθηση που μεταδίδει ο πάντα ακραίος Ροντρίγκο Γκαρσία με τα αιρετικά θεάματά του.
Τόσο ώστε να αναρωτιέται κανείς αν η πρόκληση είναι για την πρόκληση ή αν οι συχνά αποκρουστικές εικόνες του πετυχαίνουν να αφυπνίσουν την οργή μας για τις καταστροφικές υποσχέσεις της καταναλωτικής κοινωνίας.
Με τον συμβολικό τίτλο «Golgota picnic» ο Αργεντινός συγγραφέας, σκηνοθέτης και σκηνογράφος επιχειρεί να αντιπαραβάλει τη μανιακή εμμονή μας στο κεφαλαιοκρατικό μοντέλο της αφθονίας με τη θρησκοληψία, έτσι όπως καπηλεύεται εδώ και αιώνες τον χριστιανικό -και ιδιαίτερα τον καθολικό- κόσμο. Καθολικός ο ίδιος, έχοντας βιώσει την οικονομική κατάρρευση της χώρας του αλλά και τη ανάλογη σταδιακή αποσύνθεση της Ισπανίας στην οποία ζει τώρα, θίγει καυτά θέματα που έντεχνα αποσιωπώνται ή αγγίζονται με αβρότητα από άλλους ομότεχνούς του.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις ενδιαφέρουσες δονήσεις σε επίπεδο ιδεών που εξαπολύει, τις εμπνευσμένες από πίνακες των Τζιότο, Βαν ντερ Βάιντεν και Ρούμπενς σκηνές του και κάποιες εντυπωσιακές βιντεοπροβολές, όπως αυτή του έκπτωτου αγγέλου που παραπέμπει στην ταινία του Βιμ Βέντερς «Τα φτερά του έρωτα».
Κατ’ επέκταση, ενώ η παράστασή του ορθώνει μια αντικαπιταλιστική κραυγή και ένα δριμύτατο κατηγορώ στην Καθολική Εκκλησία, το αποσπασματικό, γεμάτο τετριμμένες υποδείξεις, κείμενο («Οποιος δεν έχει χιούμορ, δεν απολαμβάνει τη ζωή», «Μόνο οι ηλίθιοι θέλουν να ζήσουν», «Μισούμε τους πλούσιους. Εμείς που δεν είμαστε πλούσιοι επιτέλους συμφωνούμε σε κάτι, «Hell is here»…) και ο τρόπος διαχείρισης των υλικών του φθηναίνουν το αποτέλεσμα, ενώ η ωμότητά των δράσεων συχνά ξεπερνά κάθε όριο, με κίνδυνο οι εμπρηστικές καταγγελίες να γίνουν μπούμερανγκ.
Και το πρόβλημα βέβαια δεν έγκειται στην απομυθοποίηση της ζωής του Χριστού (στην προκειμένη περίπτωση παρουσιάζεται σαν άνθρωπος τρωτός και μάλιστα με τα στοιχεία ενός απαράδεχτου δημαγωγού), που αφηνίασε τους Γάλλους φονταμενταλιστές Καθολικούς τόσο ώστε να δημιουργήσουν επεισόδια έξω από το θέατρο στο Παρίσι.
Η ιστορία του θείου δράματος, εξάλλου, ιδωμένη από αντίστροφη οπτική μπορεί να θεωρηθεί και ως ένας ύμνος στην πράξη εκείνη που εξιλεώνει την ανθρωπότητα.
Το πρόβλημα δεν αναδύεται ούτε μέσα από τις αιχμηρές αναφορές στην πολιτισμική κληρονομιά της Δύσης -τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο μεγάλο μέρος έργων υψηλής τέχνης πραγματεύονται θρησκευτικά θέματα αναπαριστώντας συχνά εικόνες τρόμου. Ούτε ακόμη και στο χαλί από άπειρα ψωμάκια χάμπουργκερ που κάλυψαν όλη τη σκηνή «ευωδιάζοντας» ενοχλητικά και έχοντας την πρόθεση να αντιπαραθέσουν το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων από τον Ιησού με το θαύμα του (σύγχρονου) Θεού Μακ Ντόναλντς.
Το πρόβλημα ξεκινά από την ανάγκη του πολύπλευρου δημιουργού να σοκάρει το κοινό -και ας το αρνείται ο ίδιος- με κάθε δυνατό μέσο. Μόνο που σ’ αυτή την περίπτωση ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, καθώς η περφόρμανς καταφεύγει σε επιτηδευμένες ευκολίες, υπερκαταναλώνει και κατ’επέκταση «καίει» τα ευρήματά της και κυρίως προκαλεί αηδία.
Είδαμε λοιπόν ζωντανά σκουλήκια να επιπλέουν μέσα σε έναν Πύργο της Βαβέλ από μπιφτέκια, υποδεικνύοντας τα συστατικά με τα οποία μας δηλητηριάζουν καθημερινά οι πολυεθνικές των φαστφουντάδικων.
Είδαμε ανθρώπους να κάνουν εμετό, σεξουαλικά συμπλέγματα να λούζονται με πολύχρωμες μπογιές, τρίχες απόκρυφων σημείων του σώματος να φτιασιδώνονται, γεννητικά όργανα επί σκηνής αλλά και μεγεθυμένα σε γιγαντοοθόνη. Βαρεθήκαμε να ατενίζουμε τη θέα ενός επίμονου και αδικαιολόγητου γυμνού.
Με αποκορύφωμα τον ολοτσίτσιδο πιανίστα Μαρίνο Φορμέντι (τον έχουν αποκαλέσει Γκλεν Γκουλντ του 21ου αιώνα) να κλείνει απρόσμενα την παράσταση ερμηνεύοντας εξαιρετικά το 45λεπτο έργο του Χάιντ «Επτά τελευταίες λέξεις του Χριστού στο Σταυρό». Η θεία μουσική σε διάλογο με το απεχθές σήμερα.
[vimeo]http://vimeo.com/29909860[/vimeo]